RSS

Category Archives: Βρετανία

i: Το νέο εκδοτικό στοίχημα της «Independent»

 

  • Η εφημερίδα Independent κυκλοφόρησε χθες νέο ημερήσιο φύλλο, με όνομα «i», που στοχεύει να προσελκύσει «αναγνώστες και πρώην αναγνώστες ποιοτικών εφημερίδων».

Η νέα ολιγοσέλιδη εφημερίδα, που θα κοστίζει 20 πένες, θα μοιράζεται την ίδια συντακτική ομάδα με το «μητρικό» της φύλλο, την Independent. Ιδιοκτήτης του νέου φύλλου και της Independent, ο Ρώσος μεγιστάνας και πρώην πράκτορας της KGB Αλεξάντρ Λεμπέντεφ, κατέχει μεταξύ άλλων και τη σκανδαλοθηρική Evening Standard.

Ο διευθυντής της Independent, Αντριου Μάλινς, δήλωσε χθες ότι η εφημερίδα είχε ξεπουλήσει σε πολλά σημεία πώλησής της. «Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί αναγνώστες της Independent δεν μπορούν να διαβάσουν όλο το ευμεγέθες κυριακάτικο φύλλο μέσα στην εβδομάδα, λόγω του πολυάσχολου τρόπου ζωής τους. Η «i» προσφέρει πυκνή και περιληπτική περιγραφή των γεγονότων, ενώ φιλοδοξούμε να προσελκύσουμε παλιούς αναγνώστες εφημερίδων που τις εγκατέλειψαν απογοητευμένοι. Ελπίζουμε ότι θα βοηθήσουμε και τις δύο εφημερίδες να ακμάσουν», είπε ο κ. Μάλινς.

Πέρσι, η Evening Standard μετατράπηκε σε δωρεάν φύλλο, γεγονός που αύξησε σημαντικά την κυκλοφορία της, ενώ πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριζαν αυτό το καλοκαίρι ότι ο Λεμπέντεφ, που αγόρασε το χρεοκοπημένο Independent το Μάρτιο έναντι μίας στερλίνας, θα γινόταν και αυτός δωρεάν φύλλο.

«Οι βιαστικοί αναγνώστες, και κυρίως αυτοί που διαβάζουν στο δρόμο για τη δουλειά, μας έλεγαν εδώ και χρόνια ότι δεν μπορούν να διαχειριστούν τόσες πληροφορίες και δεν έχουν έτσι το χρόνο να διαβάζουν ποιοτικό φύλλο σε καθημερινή βάση», λέει ο κ. Μάλινς. Ο Γιεβγκένι Λεμπέντεφ, γιος του Αλεξάντρ, και πρόεδρος της ανώνυμης εταιρίας της Independent, εξέφρασε χθες την αισιοδοξία του για την πορεία του νέου φύλλου, i.

Οι 11 μεγαλύτερες εφημερίδες της Βρετανίας έχουν αντιμετωπίσει κατάρρευση της κυκλοφορίας τους, κατά 5,75% πέρσι, στα 10,3 εκατ. αντίτυπα την ημέρα. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν τα λεγόμενα ποιοτικά φύλλα, όπως οι Times του Λονδίνου, ο Guardian και η Daily Telegraph, που υπέστησαν υποχώρηση της μέσης κυκλοφορίας τους κατά 10% το 2009. Οι πωλήσεις του καθημερινού Independent έπεσαν από 250.000 φύλλα την ημέρα πριν τρία χρόνια, σε 186.000 σήμερα. [www.kathimerini.gr με στοιχεία από BBC]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 27 Οκτωβρίου, 2010 σε Βρετανία, The Independent

 

Τολμηρό στοίχημα με νέα πανεθνικής εμβέλειας εφημερίδα στη Βρετανία

  • Ποιοτικό περιεχόμενο σε χαμηλή τιμή για το βιαστικό αναγνώστη είναι το στοίχημα της νέας εφημερίδας πανεθνικής κυκλοφορίας που θα εκδώσει ο ρώσος δισεκατομμυριούχος Αλεξάντρ Λεμπέντεφ στη Βρετανία και ήδη ιδιοκτήτης τριών εφημερίδων στη χώρα.

Η νέα εφημερίδα θα κυκλοφορήσει από την επόμενη Τρίτη υπό τον τίτλο “i”, θα τιμάται 20 πένες και θα προσφέρει περιεκτικά άρθρα εμπνευσμένα από το περιεχόμενο της εφημερίδας «The Independent», που εξαγοράσθηκε από τον επιχειρηματία τον περασμένο Μάρτιο μαζί με την κυριακάτικη έκδοσή της, την «The Sunday Independent». Ένα χρόνο πριν, ο Λεμπέντεφ είχε ήδη εξαγοράσει τη λονδρέζικη «Evening Standard».

Η “i” είναι η πρώτη εδώ και 25 χρόνια καινούργια εφημερίδα πανεθνικής κυκλοφορίας που εκδίδεται επί πληρωμή στη Βρετανία  σε μια περίοδο που η αγορά του Τύπου βρίσκεται σε ύφεση.

Στόχος της “i” εξηγεί ο Άντριου Μάλινς, ένας από τους υπεύθυνους της «The Independent» είναι οι αναγνώστες που εδώ και πολλά χρόνια λένε ότι κατακλύζονται από πληροφορίες και δεν έχουν το χρόνο να διαβάσουν τακτικά μια εφημερίδα ποιότητας.

Η αγορά θεωρείται κορεσμένη καθώς εκδίδονται δέκα εφημερίδες πανεθνικής κυκλοφορίας και σ’ αυτές θα πρέπει να προστεθούν πολλές άλλες που διανέμονται δωρεάν, ενώ έχουν υποστεί μέση μείωση της καθημερινής τους κυκλοφορίας κατά 5,75% σ’ ένα χρόνο περιοριζόμενες σε περίπου 10 εκατομμύρια φύλλα ημερησίως, σύμφωνα με τον οργανισμό ABC που ελέγχει τις κυκλοφορίες των εφημερίδων.

Μεγαλύτερο πλήγμα έχουν δεχθεί οι λεγόμενες εφημερίδες “ποιότητας” -που είναι ακριβότερες 1 στερλίνα ή 1,13 ευρώ- απ’ ότι ο λεγόμενος λαϊκός Τύπος που στοιχίζει από 20 έως 50 πένες. Οι Daily Telegraph, Times και Guardian έχουν υποστεί μείωση της μέσης κυκλοφορίας τους κατά 10% σ’ ένα χρόνο, ενώ ο «Independent» αντιμετωπίζει προβλήματα εδώ και πολλά χρόνια, πουλάει σήμερα 186.332 αντίτυπα την ημέρα έναντι των 251.470 που πωλούσε το Σεπτέμβριο του 2007.

Ο αναλυτής των μέσων ενημέρωσης Ρομπ Λάιναμ εκτιμά πως στις 20 πένες η “i” θα είναι πολύ ανταγωνιστική έναντι των άλλων εφημερίδων ποιότητας, οι οποίες πωλούνται για 1 στερλίνα. «Ελπίζει ότι θα πάρει φύλλα από τις άλλες εφημερίδες ποιότητας και παράλληλα θα παρακινήσει τους αναγνώστες της δωρεάν εφημερίδας Metro να δώσουν 20 πένες για ένα προϊόν καλύτερης ποιότητας», σχολιάζει ο Λάιναμ.

[enet.gr, 15:49 Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 22 Οκτωβρίου, 2010 σε Βρετανία, Τύπος

 

Μειωμένος κατά 16% ο προϋπολογισμός του BBC λόγω του προγράμματος λιτότητας

Αμετάβλητο το πάγιο για τα νοικοκυριά


  • Ο ετήσιος προϋπολογισμός του BBC αναμένεται να περικοπεί κατά 16% στη διάρκεια των επομένων έξι ετών στο πλαίσιο των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής που ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Τζoρτζ Όσμπορν.

Το ποσά που διατίθενται για το BBC θα μειωθούν κατά 340 εκατομμύρια στερλίνες (384 εκατ. ευρώ) ετησίως για περίοδο έξι ετών. Επιπλέον θα πρέπει να χρηματοδοτήσει τη ραδιοφωνική υπηρεσία (World Service) η οποία εκπέμπει σε περισσότερες από 30 γλώσσες το βάρος της οποίας έφερε έως τώρα το Υπουργείο Εξωτερικών, το BBC Monitor, την υπηρεσία που καταγράφει τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης, καθώς και μέρος του κόστους της τηλεόρασης της Ουαλίας S4C.

Το ύψος του παγίου που καταβάλουν τα βρετανικά νοικοκυριά προς το BBC θα παραμείνει σταθερό την επομένη εξαετία στο επίπεδο των 145,5 στερλινών ή 166 ευρώ ετησίως.

Συνολικά, οι νέες ρυθμίσεις αντιστοιχούν με «εξοικονόμηση ισοδύναμη με το 16% του προϋπολογισμού του» στη διάρκεια των επομένων έξι ετών δήλωσε ο κ.Όσμπορν
στη Βουλή των Κοινοτήτων.

Τα συνδικάτα εξέφρασαν την αντίθεσή τους στα μέτρα, κατηγορώντας την ηγεσία του BBC ότι δεν υπερασπίστηκε το σπίτι τους και επιβεβαίωσαν ότι αυτές οι περικοπές θα οδηγήσουν στη μείωση των θέσεων εργασίας.  [Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ/Γαλλικό]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 21 Οκτωβρίου, 2010 σε BBC, Βρετανία

 

«Ολες οι ταμπλόιντ παρακολουθούν τηλέφωνα διασήμων»

Αν μιλάμε για πολέμους εφημερίδων, δεν πρέπει να ξεχνάμε το σκάνδαλο με τη μεγαλύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα της Βρετανίας, τη «Νews of the World» επίσης ιδιοκτησίας Μέρντοκ. Την Πέμπτη, επιτροπή του βρετανικού Κοινοβουλίου διέταξε έρευνα για το θέμα της παρακολούθησης το 2006 από ρεπόρτερ της εφημερίδας των τηλεφώνων μελών της βασιλικής οικογένειας αλλά και διάσημων καλλιτεχνών και αθλητών, ακόμα και πολιτικών όπως η υπουργός Πολιτισμού ή στελέχη της αντιπολίτευσης- στο θέμα εμπλέκεται και ο Αντι Κούλσον, σύμβουλος για θέματα ΜΜΕ σήμερα του βρετανού πρωθυπουργού, που τότε ήταν διευθυντής της εφημερίδας. Πολλοί από τους μάρτυρες καταθέτουν πως ο Κούλσον «ενθάρρυνε τις παρακολουθήσεις και την τοποθέτηση κοριών, ώστε η εφημερίδα να βρίσκεται πάντα μπροστά από τις άλλες σε ειδησεογραφία». Συνολικά, σύμφωνα με πρόσφατες ανακαλύψεις, οι ρεπόρτερ παρακολουθούσαν περισσότερα από 100 τηλέφωνα διασήμων, καθώς επικρατούσε το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Δεν υπάρχει χώρος για αποτυχία». Τέσσερις δημοσιογράφοι της «Νews of the World» έχουν ήδη φυλακιστεί, ενώ η έρευνα συνεχίζεται. Το πιο ενδιαφέρον όμως το αποκαλύπτει ένας ντετέκτιβ που είχαν προσλάβει και ο οποίος επίσης βρίσκεται φυλακή. Οπως λέει, «όλες οι ταμπλόιντ εφημερίδες στη Βρετανία παρακολουθούν τα τηλέφωνα και την καθημερινότητα των διασήμων. Αν ξέρατε τι προσφορές έχω δεχθεί εγώ και οι συνάδελφοί μου! Οι φυλακές δεν θα χωρούσαν τόσους “κίτρινους” δημοσιογράφους…»
 
Σχολιάστε

Posted by στο 13 Σεπτεμβρίου, 2010 σε Βρετανία

 

Διαφάνεια βρετανικού Τύπου

Την ώρα που τα ακριβοπληρωμένα συμβόλαια της ΕΡΤ έγιναν αντικείμενο συζήτησης περί προσωπικών δεδομένων εξαιτίας της δημοσιοποίησής τους μετεκλογικά, στο ΒΒC ανακοινώνουν δημοσίως τις συνολικές ετήσιες απολαβές του προσωπικού τους, δίχως πάντως περαιτέρω λεπτομέρειες και αντιστοιχίες με ονόματα και διευθύνσεις, όχι για λόγους «προσωπικών δεδομένων», αλλά προκειμένου να μην προκύψει… ζήλια μεταξύ συναδέλφων.

Την προηγούμενη Τετάρτη το αγγλικό δίκτυο ανακοίνωσε ότι καταβάλλει ετησίως ποσό ύψους 229 εκατ. στερλινών ως αποζημιώσεις των σταρ που φιλοξενεί στο τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό πρόγραμμά του, αρνούμενο όμως να μιλήσει με λεπτομέρειες για το πόσα λαμβάνει ο καθένας. Ο λόγος που επικαλέστηκε η διοίκηση του ΒΒC ήταν ότι ενδέχεται να προκύψουν ζήλιες και έριδες μεταξύ των, ούτως ή άλλως, ακριβοπληρωμένων σταρ.

Πάγια τακτική του ΒΒC είναι όμως η δημοσιοποίηση των εξόδων παράστασης των στελεχών του, εκείνων των επαγγελματιών δηλαδή που καταλαμβάνουν θέση στο οργανόγραμμα της διοίκησής του.

Ετσι για παράδειγμα, καθένας μπορούσε να διαβάσει ότι ο πρόεδρος του καναλιού Μαρκ Τόμπσον , που εισπράττει 664.000 στερλίνες τον χρόνο, έλαβε ως έξοδα παράστασης ποσά που κινούνταν από 57 πένες για παρκόμετρο ως 5.616

στερλίνες για την αγορά αεροπορικού εισιτηρίου προς τη Σεούλ. Ο γενικός διευθυντής Μαρκ Μπίφορντ έκανε δωρεά ύψους 120 στερλινών όταν προσκλήθηκε στο μουσικό φεστιβάλ Womad από τον Πίτερ Γκάμπριελ, ενώ η διευθύντρια του ΒΒC Vision Γιάνα Μπένετ ξόδεψε 1.254 στερλίνες για έξι διανυκτερεύσεις στο Sunset Βoulevard Ηotel του Λος Αντζελες, όλα από το ταμείο του δικτύου.

Πιο… ανοιχτοχέρης εμφανίζεται ο κύριος Ερικ Χόντζερς, διευθυντής future μίντια και τεχνολογίας του ΒΒC, ο οποίος ξόδεψε σε ταξί, μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου, ποσό ύψους 4.984 στερλινών, με τη μεγαλύτερη διαδρομή να κοστίζει 627,37 στερλίνες! Πιο φθηνά, σχεδόν μισή τιμή, κόστισε ένα δείπνο 10 ατόμων στον δημιουργικό διευθυντή Αλαν Γέντομπ, ο οποίος πλήρωσε 317,19 στερλίνες, ενώ μάλλον πιο καλά έφαγαν οι έξι προσκεκλημένοι του Μαρκ Ντάμαζερ, controller του Radio 4, ο οποίος ξόδεψε 290 στερλίνες σε ευχαριστήριο δείπνο. Για πιο… ταπεινούς λόγους, ο controller του ΒΒC1 Τζέι Χαντ έδωσε σε ταξί 22 στερλίνες επειδή είχε βαριά DVD να κουβαλήσει ως την εργασία του… [ΤΟ ΒΗΜΑ, 14/02/2010]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 16 Φεβρουαρίου, 2010 σε Βρετανία, Τύπος

 

ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Σε «ύφεση» η δημοσιογραφία


Την ποιότητα της έντυπης δημοσιογραφίας έχει επηρεάσει επί τα χείρω η οικονομική ύφεση, καθώς πολλοί είναι οι διευθυντές -και όχι μόνο στις «λαϊκές» εφημερίδες- που ουσιαστικά δέχονται να θυσιάσουν τα υψηλά δημοσιογραφικά κριτήρια και καταφεύγουν στο κυνήγι του αισθησιακού αποκλειστικού, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν τις πωλήσεις σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς.
Αυτό προκύπτει από έρευνα μη κερδοσκοπικού οργανισμού, που αφορά τη Βρετανία, η οποία σε μεγάλο βαθμό θεωρείται πρότυπο και για άλλες χώρες στη βιομηχανία της έντυπης δημοσιογραφίας.Η έρευνα της Media Standards Trust εξέτασε τον ρόλο και την ικανότητα της βρετανικής αρχής αυτορρύθμισης (κάτι που μοιάζει με το ελληνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, αλλά που εκεί αφορά και τα έντυπα) να απαντά αποτελεσματικά στα παράπονα αναγνωστών, ώστε αυτοί να μην προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Η διαπίστωση είναι ότι δεν το επιτυγχάνει, πράγμα που αποτυπώνεται στα δύο σημαντικότερα συμπεράσματα της έρευνας: το κοινό μιλά με κυνισμό για την αξιοπιστία των εφημερίδων και θεωρεί ότι όλο και περισσότερο παραβιάζεται η ιδιωτική του ζωή.

  • «Ανακρίβειες» και «παραβιάσεις»

Σε έρευνα της YouGov, που έγινε τον Δεκέμβριο για λογαριασμό του MST, μόνο το 7% του κοινού δήλωσε ότι θεωρεί πως οι εθνικές εφημερίδες δείχνουν υπεύθυνη στάση. (Το ποσοστό, σημειώνει σε ενημερωτικό του σημείωμα το MST, είναι χαμηλότερο ακόμη και από εκείνο που αφορά τις τράπεζες.)

Στην ίδια έρευνα το 75% δηλώνει ότι «οι εφημερίδες συχνά δημοσιεύουν θέματα που γνωρίζουν ότι περιέχουν ανακρίβειες» ενώ 70% θεωρεί ότι είναι πολλά τα περιστατικά παραβίασης της ιδιωτικής ζωής από δημοσιογράφους των εφημερίδων.

Εξι στους δέκα ερωτηθέντες -και αυτό ίσως είναι το χειρότερο- πιστεύουν ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει περισσότερα, για να εμποδίσει την εισβολή των δημοσιογράφων στην ιδιωτική ζωή των ανθρώπων, ενώ 73% προσδοκούν από την κυβέρνηση να δράσει ώστε να διασφαλίσει ότι οι εφημερίδες θα διορθώνουν όταν θέματά τους περιέχουν ανακρίβειες. Ενα άλλο στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει σε εξαιρετικά επικίνδυνες καταστάσεις είναι ότι το κοινό, που δεν εμπιστεύεται τις εφημερίδες αλλά ούτε και την αρχή αυτορρύθμισης, καταλήγει τελικά στα δικαστήρια.

Ομως, δικαστικές αποφάσεις για αδικήματα Τύπου, σημειώνει στην έκθεσή του το MST, μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω περιστολή της ελευθερίας του Τύπου.

 
Σχολιάστε

Posted by στο 10 Φεβρουαρίου, 2009 σε Βρετανία, Εφημερίδες

 

«Παράπλευρες απώλειες» από την ύφεση στην ποιότητα της δημοσιογραφίας στη Βρετανία

Λονδίνο Στείλε το άρθρο με emailΤύπωσε το άρθρο

Σε μεγάλες περικοπές στα δημοσιογραφικά μέσα έχει οδηγήσει η οικονομική κρίση [Associated Press]

Η ποιότητα της δημοσιογραφίας στις βρετανικές εφημερίδες φθίνει και παρατηρούνται όλο και περισσότερα λάθη, καθώς οι διευθυντές θυσιάζουν το επίπεδο στο βωμό των πωλήσεων εν μέσω της οικονομικής ύφεσης, ανακοίνωσε τη Δευτέρα η ανεξάρτητη δημοσιογραφική ένωση.

Έρευνα του ιδρύματος Media Standards (MST), που συντάχθηκε με τη συνδρομή ειδικών της βιομηχανίας, αναφέρει ότι παρατηρείται έλλειψη εμπιστοσύνης ως προς την αξιοπιστία των εφημερίδων και μια απέχθεια για τη «δημοσιογραφία της αδιακρισίας», η οποία αναμένεται να γιγαντωθεί εν μέσω της οικονομικής ύφεσης.

Η έρευνα κατέληξε ότι το βρετανικό δημοσιογραφικό σύστημα του αυτοελέγχου δεν είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίσει την κατάσταση.

Η ίδια έρευνα διαπίστωσε ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοσιογράφους, η οποία ήδη ήταν περιορισμένη, έχει τώρα κλονιστεί.

Μόνο το 7% των πολιτών εκτιμούν ότι οι εφημερίδες διαθέτουν υπευθυνότητα, ενώ το 75% θεωρούν ότι οι εφημερίδες «συχνά δημοσιεύουν ειδήσεις που γνωρίζουν ότι είναι ανακριβείς».

Και δεν είναι μόνο οι ταμπλόιντ που υφίστανται αυτή την κριτική.

Έρευνα που διενεργήθηκε το 2003 διαπίστωσε ότι το 65% των πολιτών εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους των «σοβαρών» εφημερίδων, όπως οι Times και ο Guardian, αλλά δημοσκόπηση του 2008 αποφάνθηκε ότι αυτό το ποσοστό μειώθηκε στο 43%, σύμφωνα με την έκθεση, στην οποία μετείχαν πρόσωπα του δημοσιογραφικού χώρου όπως ο Μάρτιν Ντίκσον, αρχισυντάκτης των Financial Times, και ο Σάιμον Κέλνερ, διευθυντής των Independent και Independent on Sunday.

Με την κυκλοφορία των εφημερίδων και τα έσοδά τους να βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, υπάρχει αυξημένη ζήτηση για αποκαλυπτικά, «κίτρινα» θέματα με αποτέλεσμα να παραβιάζεται συχνότερα η ιδιωτική ζωή των πολιτών, αναφέρει η έκθεση.

Παράλληλα, οι απολύσεις και η μεγαλύτερη εξάρτηση των δημοσιογραφικών οργανισμών από σχόλια αναγνωστών και blogs έχουν αυξήσει τον κίνδυνο για ανακρίβειες και λάθη.

«Οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη πίεση από ποτέ και η κατάσταση έχει επιδεινωθεί από την ύφεση, η οποία έχει οδηγήσει σε περικοπές στα δημοσιογραφικά μέσα» αναφέρει το MST.

«Ορισμένες εφημερίδες επίσης θυσιάζουν το επίπεδο της δημοσιογραφίας προκειμένου να διατηρήσουν τις πωλήσεις, όπως αυτό αποδεικνύεται και από την ανακριβή και πολλές φορές συκοφαντική δημοσιογραφική κάλυψη της υπόθεσης εξαφάνισης της μικρής Μάντλιν Μακάν» επισημαίνεται.

Έντεκα δημοσιογραφικοί οργανισμοί κλήθηκαν να καταβάλουν 600.000 στερλίνες ως αποζημίωση για συκοφαντική δυσφήμιση σε έναν άνδρα που είχαν αδίκως κατηγορήσει για συμμετοχή στην εξαφάνιση της τρίχρονης Μάντλιν, ενώ βρισκόταν σε διακοπές με τους γονείς της, τον Μάιο του 2007.

Το ίδρυμα MST απηύθυνε έκκληση για τη διεξαγωγή λεπτομερούς εξέτασης του έργου της Επιτροπής Παραπόνων Τύπου (PCC), του οργάνου αυτοελέγχου της βιομηχανίας, λέγοντας ότι δεν είναι ικανό να αντιμετωπίσει τις ριζικές αλλαγές που συντελούνται στο χώρο των ΜΜΕ, καθώς έχει συσταθεί για να ασχολείται με καταγγελίες και παράπονα.

«Η έρευνά μας έχει δείξει ότι το παρόν σύστημα αυτοελέγχου του Τύπου έχει απογοητεύσει τους πολίτες» δήλωσε ο Ντέιβιντ Μπελ, πρόεδρος των Financial Times και προεδρεύων του ιδρύματος.

«Είναι απόλυτα ελαττωματικό και χρειάζεται επειγόντως μεταρρύθμιση. Το σύστημα πρέπει να εκσυγχρονιστεί, διαφορετικά κινδυνεύει να υποστεί μεγαλύτερη κυβερνητική παρέμβαση και να προκαλέσει περισσότερες νομικές παρεμβάσεις» αναφέρει.

Ο Κρίστοφερ Μάγιερ, πρόεδρος της Επιτροπής, περιέγραψε την έκθεση ως «αδιάφορη και κακής ποιότητας».

Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ/Reuters

 
Σχολιάστε

Posted by στο 9 Φεβρουαρίου, 2009 σε Βρετανία, Δημοσιογράφοι, Media Standards