RSS

Category Archives: Τηλεθέαση

Η οικονομική κρίση φέρνει τηλεθέαση

  • Την ακριβώς αντίθετη πορεία από τα διαφημιστικά έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών έχει πάρει τους πρώτους περίπου τρεις μήνες της σεζόν η τηλεθέαση.

Μπορεί τα έσοδα από τις διαφημίσεις να ακολουθούν πτωτική πορεία, αλλά ο μέσος χρόνος που καθηλωνόμαστε μπροστά στη μικρή οθόνη μας ολοένα και αυξάνει. Κι αυτό γιατί, όπως φαίνεται, οι δύσκολες οικονομικά συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί οδηγούν ολοένα και περισσότερους να αντιμετωπίζουν ως μοναδική διέξοδο το «χαζοκούτι».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen Audience Measurement, την περίοδο 1/12 έως και 12/12/2010 καθηλωνόμαστε κατά μέσον όρο μπροστά στη μικρή οθόνη μας πέντε ώρες και πέντε λεπτά καθημερινά. Δηλαδή δέκα λεπτά περισσότερο απ’ ό,τι το ίδιο χρονικό διάστημα πέρσι (295 λεπτά).

Την καλύτερη πορεία και αυτή την τηλεοπτική σεζόν κάνει ξεκάθαρα το ΜΕΓΚΑ, που στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα βρίσκεται στην κορυφή με το τηλεμερίδιό του να φτάνει κατά μέσον όρο το 21,6%. Αφήνει μάλιστα αρκετά πίσω (5,1 ποσοστιαίες μονάδες) τον δεύτερο ΑΝΤ1, ο οποίος πάντως καταφέρνει να… ισορροπήσει σε τηλεμερίδιο που αγγίζει το 16,5%. Πολύ πιο πίσω ακολουθεί το… ριαλιτοπρόγραμμα του Alpha με μέσο τηλεμερίδιο 12,5%, ενώ την τέταρτη θέση έχει «καπαρώσει» το Alter με 10,6%. Τα υπόλοιπα κανάλια σημειώνουν μονοψήφια ποσοστά σε τηλεμερίδια, με το Star να πλησιάζει το 10% (9,8% κατά μέσον όρο) και τη ΝΕΤ να έχει πισωπατήσει, με το μερίδιό της να μην ξεπερνά το 7%.

Τα κανάλια που έχουν υποστεί καθίζηση στα διαφημιστικά τους έσοδα ξεκινούν ήδη από το τέλος αυτής της εβδομάδας να κατεβάζουν «προσωρινά ρολά» σε ορισμένα από τα ισχυρά χαρτιά τους -τα οποία και θα ξαναρίξουν στη «μάχη» της τηλεθέασης προς το τέλος Ιανουαρίου-, και ξεκινούν παράλληλα τις γνωστές επαναλήψεις. Και όπως όλα δείχνουν, αυτή την τηλεοπτική σεζόν οι επαναλήψεις θα μας κάνουν παρέα περισσότερο χρονικό διάστημα απ’ ό,τι άλλοτε, καθώς τα στελέχη των καναλιών κάνουν τα πάντα για να συμμαζέψουν τα οικονομικά. Το δεύτερο μισό της σεζόν -ξεκινά γύρω στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου-, που άλλες χρονιές άνοιγε και την πόρτα σε νέα «φουρνιά» παραγωγών που τα κανάλια έβαζαν στα προγράμματά τους για να τονώσουν τη «μάχη» της τηλεθέασης, φέτος αναμένεται ιδιαίτερα «φτωχό». Οι τηλεοπτικοί σταθμοί κάνουν «κράτει τις μηχανές» βάζοντας στα «συρτάρια» τους αρκετές παραγωγές, τις οποίες μεταθέτουν πλέον για την επόμενη τηλεοπτική περίοδο (2011-2012) ώστε να μειώσουν τους προϋπολογισμούς τους και να μπαλώσουν τις «τρύπες» που έχουν ανοίξει λόγω των ιδιαίτερα μειωμένων εσόδων. [ΣΩ.ΜΑ.,Ελευθεροτυπία, Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 14 Δεκεμβρίου, 2010 σε Οικονομική κρίση, Τηλεθέαση

 

Μεσημεριανή κρίση

  • Γύρω στους 130.000 θεατές έχουν χάσει οι 3 κουτσομπολίστικες εκπομπές της TV
  • Ακόμη και οι καουμπόισσες μελαγχολούν, ακόμη και τα μεσημεριανάδικα υποχωρούν.

Μπορεί το σύνολο σχεδόν της τηλεοπτικής κουλτούρας να τρέφεται απ’ το κουτσομπολιό, αλλά οι πλέον επιφανείς εκπρόσωποι του είδους δείχνουν σημεία κόπωσης. Οχι ότι δυστρόπησαν ξαφνικά οι συντελεστές τους κι έπαψαν να ανακαλύπτουν καυτούς χωρισμούς, φρικτούς καβγάδες και αδιανόητα σκάνδαλα.

Πιο πολύ από κάθε άλλη φορά τρέχουν να γεμίσουν ώρες επί ωρών με ζουμερή και τροφαντή ψιθυρολογία. Κι οι πανελίστες βάζουν τα δυνατά τους για όλο και πιο εντυπωσιακές ατάκες, για θανατηφόρες κρίσεις και αιχμηρές καταθέσεις ψυχής. Το κοινό, ωστόσο, μοιάζει σιγά σιγά να γυρίζει την πλάτη στη μεσημεριανή ψυχαγωγία…

Δεν το βγάζω απ’ το μυαλό μου, το δείχνουν τα νούμερα της AGB, αν συγκρίνει κανείς το πρώτο τρίμηνο (πρώτη Ιανουαρίου με 31 Μαρτίου) του τρέχοντος έτους με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Τα συγκρίνει και τι βλέπει; Οτι το «Κους Κους» του «Alpha» έχασε πάνω από 40.000 τηλεθεατές, ότι καμιά τριανταριά χιλιάδες απώλεσε το «Πολύ μπλα μπλα» του «Alter» και ότι το «Super Star» (του «Star» φυσικά) αιμορράγησε πάνω από 50.000 κόσμο. Συμπέρασμα; Εκείνες οι φήμες που λένε ότι του χρόνου πολλές από τις φίρμες των μεσημεριανάδικων θα δυσκολευτούν να επιστρέψουν εμπρός από την κάμερα, δεν πρέπει να είναι και τόσο αβάσιμες. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 2 Μαΐου 2010

 

Κολλημένοι στην TV

Είμαστε τηλεορασόπληκτοι, πώς να το κάνουμε! Οπως δείχνουν τα στοιχεία της AGB, βρισκόμαστε σε διαρκές σπριντ τηλεθέασης από την αρχή της σεζόν, τον Σεπτέμβριο, με κορύφωση τον Ιανουάριο και συνέχεια κάτι παραπάνω από ικανοποιητική τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο που μας πέρασαν.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της AGB, πάμε για ένα ακόμη ρεκόρ που θα μας κατατάξει (όπως πάντα…) στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως. Μαζί με τους Αμερικανούς και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις του καταναλωτισμού.

Ισως να φταίει η κρίση που μας κλείνει ακόμη περισσότερο στα σπίτια μας. Από τον Αύγουστο, πάντως, που πήγαμε διακοπές και την είχαμε ρίξει την μέση ημερήσια ανά άτομο μόλις στα 175 λεπτά, ραχατεύουμε μέχρι τελικής πτώσεως εμπρός στη μικρή οθόνη. Και βελτιώνουμε τις επιδόσεις μας διαρκώς! Εντάξει, τον περασμένο Ιανουάριο καταγράψαμε 310 λεπτά μέση ημερήσια τηλεθέαση έναντι 314 τον αντίστοιχο μήνα του 2009, αλλά τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, πήραμε το αίμα μας πίσω: 308 λεπτά τον φετινό Φεβρουάριο από 304 πέρυσι (οπότε ισοφαρίσαμε τις απώλειες) και σπριντάρισμα τον Μάρτιο με 303 λεπτά μέσο όρο έναντι 296 τον Μάρτιο του 2009. Αν υπολογίσει κανείς το Μουντιάλ που θα κρατήσει καθηλωμένο το σύνολο του ανδρικού πληθυσμού, η κορυφή του TV κόσμου δεν φαντάζει πια και τόσο μακρινή… [Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 11 Απριλίου 2010]

 
Σχολιάστε

Posted by στο 11 Απριλίου, 2010 σε Τηλεθέαση

 

Βλέπουν τη σκόνη του «Μέγκα»!

  • ΤΑ ΜΕΡΙΔΙΑ ΤΗΛΕΘΕΑΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Η «μάχη» των ποσοστών συνεχίζεται στους τηλεοπτικούς σταθμούς, με τα στελέχη τους, καθώς πλησιάζουμε προς τις γιορτές, να έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν τους πρώτους απολογισμούς, σχεδιάζοντας παράλληλα τις επόμενες κινήσεις.

Κυρίαρχος του παιχνιδιού παραμένει το ΜΕΓΚΑ που σύμφωνα με τις μετρήσεις της AGB Nielsen Media Research για το χρονικό διάστημα 29 Οκτωβρίου έως 29 Νοεμβρίου εξακολουθεί να βρίσκεται μπροστά με μερίδιο 21,2%. Αφήνει πίσω του μάλιστα σχεδόν επτά ποσοστιαίες μονάδες τον ΑΝΤ1, ο οποίος έπεται με 14,9%. Στην τρίτη θέση βρίσκεται ο Alpha με 13,6% κι ακολουθεί το Alter με 11,8%, ενώ τα υπόλοιπα κανάλια πετυχαίνουν μονοψήφια μερίδια.

Στα κεντρικά δελτία ειδήσεων (που στην πραγματικότητα μόνον ειδήσεις δεν προσφέρουν, αλλά απόψεις και καβγάδες), το ΜΕΓΚΑ επίσης κυριαρχεί προσελκύοντας το ίδιο χρονικό διάστημα κατά μέσον όρο 997.000 τηλεθεατές τις καθημερινές, ενώ ακολουθεί το Alter (766.000). Στην τρίτη θέση βρίσκεται το δελτίο ειδήσεων του Alpha (495.000), αλλά «παίζει» εκτός βασικού ανταγωνισμού καθώς μεταδίδεται στις 19.00 και όχι στις 20.00 όπως τα υπόλοιπα. Στη βασική ζώνη ανταγωνισμού το δελτίο του ΑΝΤ1 έρχεται ουσιαστικά τρίτο προσελκύοντας κατά μέσον όρο 422.000 τηλεθεατές. Στον ΑΝΤ1 πάντως υπάρχει προβληματισμός για τις χαμηλές πτήσεις του δελτίου, ενώ πληροφορίες ήθελαν τον Νίκο Ευαγγελάτο να βρίσκεται σύντομα εκτός καναλιού. Κάτι όμως που επισήμως διαψεύδεται από τα στελέχη του τηλεοπτικού σταθμού, που ωστόσο δεν κρύβουν ότι υπάρχει προβληματισμός και αναζητούνται λύσεις που θα τονώσουν το κεντρικό δελτίο ειδήσεων, χωρίς όμως να επιρίπτουν τη συνολική ευθύνη στον Νίκο Ευαγγελάτο. Αλλωστε σημαντικό ρόλο παίζει και το προφίλ του σταθμού που επιχειρούν να δημιουργήσουν. Ο δημοσιογράφος πάντως έχει συμβόλαιο με το κανάλι μέχρι το καλοκαίρι του 2010 με οψιόν μάλιστα γι’ άλλη μία χρονιά. Ομως, όπως λέγεται, τα «συμβόλαια είναι για να σπάνε» και στον συγκεκριμένο χώρο «ποτέ μη λες ποτέ».

Το περίεργο είναι ότι μπορεί ΜΕΓΚΑ και Alter να παραμένουν στις δύο πρώτες θέσεις με τα κεντρικά τους δελτία και το Σαββατοκύριακο, αλλά χάνουν σημαντική μερίδα τηλεθεατών. Το ΜΕΓΚΑ φαίνεται το Σαββατοκύριακο να χάνει 98.000 άτομα και σχεδόν τους διπλάσιους χάνει το Alter. Αντίθετα, τη μεγαλύτερη άνοδο σε τηλεθεατές το Σαββατοκύριακο παρουσιάζει το εναλλακτικό δελτίο ειδήσεων του Star (157.000 άτομα παραπάνω από τις καθημερινές) κι ακολουθεί η ΝΕΤ με 143.000 περισσότερους τηλεθεατές και ο ΑΝΤ1 που προσελκύει 100.000 παραπάνω άτομα.

Το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Σκάι πάλι, που δοκίμασε τις δυνάμεις του στη βασική ζώνη ανταγωνισμού, το συγκεκριμένο διάστημα το παρακολουθούσαν 55.000 άτομα. Αυτό όπως φαίνεται υποχρέωσε τα στελέχη του σταθμού να επαναφέρουν από χθες τη μετάδοση του δελτίου ειδήσεων στις 21.00. Πάντως και το δελτίο του Σκάι παρουσιάζει άνοδο το Σαββατοκύριακο προσελκύοντας 90.000 περισσότερους τηλεθεατές από τις καθημερινές.

  • ΣΩ.ΜΑ.,Ελευθεροτυπία, Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

 
Σχολιάστε

Posted by στο 1 Δεκεμβρίου, 2009 σε Τηλεθέαση

 

Η φτώχεια θέλει… τηλεθέαση

  • ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΛΕΘΕΑΣΗΣ
  • Περάσαμε μια διετία με… σταθερότητα ως προς τον χρόνο που καθηλωνόμαστε μπροστά στις μικρές μας οθόνες, αλλά την περασμένη τηλεοπτική σεζόν (2008-09) φαίνεται ότι το «χαζοκούτι» προσέλκυσε περισσότερο την προσοχή μας.

Ισως εν μέρει αυτό να οφείλεται και στην οικονομική κρίση που μας αναγκάζει δυστυχώς να αλλάξουμε συνήθειες.

Σύμφωνα, πάντως, με τα στοιχεία της AGB Nielsen Media Research, που περιλαμβάνονται στο «TV Yearbook 2008-2009», το οποίο η εταιρεία εκδίδει κάθε χρόνο, τη συγκεκριμένη περίοδο συνολικά αυξήθηκε κατά 13 λεπτά ο μέσος χρόνος που περνούσαμε… αγκαλιά με τους τηλεοπτικούς μας δέκτες, σε σχέση με τις δύο περασμένες σεζόν. Ετσι λοιπόν το 2008-09 περνούσαμε καθημερινά κατά μέσο όρο τέσσερις ώρες και 21 λεπτά μπροστά στις τηλεοράσεις μας, όταν τις δύο προηγούμενες τηλεοπτικές περιόδους (2006-07 και 2007-08) αυτό γινόταν για τέσσερις ώρες και 18 λεπτά.

Τις περισσσότερες ώρες μπροστά στις μικρές οθόνες τους περνούν οι γυναίκες άνω των 65 ετών (378 λεπτά) κι ακολουθούν οι ηλικίας 45-64 με 356 λεπτά, ενώ έπονται οι άνδρες άνω των 65 χρόνων με 336 λεπτά. Και οι τρεις αυτές κατηγορίες τηλεθεατών παρουσιάζουν αύξηση στον χρόνο που παρακολουθούν τηλεόραση καθημερινά σε σύγκριση με τις προηγούμενες σεζόν (από 12 έως και 22 λεπτά).

Παρέα με τις τηλεοράσεις τους περνούν περισσότερο οι τηλεθεατές με χαμηλό επίπεδο μόρφωσης, φτάνοντας τις πέντε ώρες και 43 λεπτά ημερησίως, εμφανίζοντας επίσης αύξηση κατά 19 λεπτά. Το ίδιο ισχύει και για όσους έχουν μεσαία μόρφωση που φτάνουν τα 265 λεπτά καθημερινά (αύξηση κατά 11 λεπτά) αλλά και για εκείνους με υψηλό επίπεδο μόρφωσης που έφτασαν τα 213 λεπτά ημερησίως (αύξηση 10 λεπτά).

Αύξηση εννέα λεπτών σε σχέση με τη σεζόν 2007-2008 παρουσιάζει το λεγόμενο «δυναμικό κοινό», οι τηλεθεατές δηλαδή ηλικίας 15-44 ετών που φαίνεται να καθηλώνονταν το 2008-09 μπροστά στις μικρές οθόνες τους κατά μέσον όρο τρεις ώρες και 35 λεπτά καθημερινά. Την πιο μικρή αύξηση (τέσσερα λεπτά) εμφανίζουν τα παιδιά 4-14 ετών που φτάνουν τις δύο ώρες και 31 λεπτά ημερησίως, ενώ οι μόνοι που παρέμειναν σταθεροί στις συνήθειές τους ήταν οι άνδρες 25-44 χρόνων που και τη σεζόν 2008-09 (όπως και το 2007-08) «ξόδευαν» καθημερινά στην τηλεόραση τρεις ώρες και 13 λεπτά από τον χρόνο τους.

  • ΣΩ.ΜΑ., Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009
 
Σχολιάστε

Posted by στο 13 Νοεμβρίου, 2009 σε Τηλεθέαση

 

Το παράξενο σύμπαν των δελτίων

  • Tης Μαριαννας Τζιαντζη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Tετάρτη, 8 Iουλίου 2009
  • Η Δευτέρα ήταν μια αβανταδόρικη ημέρα για τα δελτία, καθώς υπήρχαν πολλές πληροφορίες για τη Μαφία των φυλακών. Οπως συνέβη και στον γραπτό Τύπο, το θέμα αυτό (γιάφκες, δικηγόροι, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, «σούπερ κοριοί», καρτοκινητά, αργκό του υποκόσμου κ. λπ.) δέσποσε στα περισσότερα δελτία, πλην του δελτίου του Star, που αφιέρωσε πάνω από μισή ώρα στον «βασιλιά της ποπ».

Ως συνήθως, ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνική πολιτική σκηνή (προεδρολογία και σενάρια για ανασχηματισμό και εκλογές) έδωσε το δελτίο της ΝΕΤ. Τα βέλη τους διασταύρωσαν οι κ. Αντώναρος και Παπακωνσταντίνου… Ναι, η δουλειά τους είναι να κάνουν δηλώσεις, όμως δεν είναι υποχρεωτικό να τις ακούμε, εφόσον από αυτές δεν προκύπτει κάποια είδηση. Στο όνομα της τήρησης των «ισορροπιών», το δελτίο της ΝΕΤ συχνά προκαλεί χασμουρητά, μολονότι το κανάλι αυτό είναι ένα από τα λίγα που παρουσιάζει με επάρκεια τις διεθνείς εξελίξεις, όπως συνέβη προχθές με την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στη Μόσχα. Στα «συν» του δελτίου είναι και η αναφορά ότι οι εικόνες από το αιματοκύλισμα στην Κίνα προέρχονται από το ΥouTube και το Τwitter.

Τη Δευτέρα, τα πολλά δελτία έδιναν την εντύπωση ότι το κέντρο του κόσμου δεν είναι απλώς η Ελλάδα, αλλά ο Κορυδαλλός, το στρατηγείο του οργανωμένου εγκλήματος, αν και για το Star το κέντρο του σύμπαντος ήταν το Λος Αντζελες, λόγω Μάικλ Τζάκσον. Π. χ., στον Alpha δεν υπήρχαν ούτε Μόσχα ούτε Κίνα (παρά τους 156 νεκρούς διαδηλωτές), αλλά… τα 10 χρόνια γάμου του ζεύγους Μπέκαμ. Τα διεθνή του Alter επίσης περιορίστηκαν στον Τζάκσον και μάλιστα μάθαμε ότι κάποιοι είδαν το φάντασμά του… Με τρία σοβαρά διεθνή θέματα ασχολήθηκε ο ΣΚΑΪ, που το δελτίο του διαρκεί μόνο μισή ώρα, ενώ ο ΑΝΤ1 αναφέρθηκε βιαστικά, στο τέλος του δελτίου, στη συνάντηση της Μόσχας και στην Κίνα. Ικανοποιητική ήταν η κάλυψη των διεθνών εξελίξεων στο Mega, από άποψη έκτασης (8 λεπτά) και περιεχομένου, αλλά και πάλι στην «ουρά» του δελτίου.

Εκνευριστικά μονοθεματικό είναι το δελτίο στο Alter και ελαφρώς αγχωτικό αυτό του ΑΝΤ1. Ο Alpha ταλαντεύεται ανάμεσα στο κοινωνικό ρεπορτάζ και το lifestyle, ενώ πιο «πολιτικό» είναι το δελτίο του Μega. Πολυθεματικό και περιεκτικό είναι το δελτίο του ΣΚΑΪ, ενώ το «Eco News», που ακολουθεί, είναι μια καινοτομία στην ελληνική τηλεόραση.

Στα δελτία, οι πολιτιστικές ειδήσεις είναι είδος που κινδυνεύει με εξαφάνιση. Προχθές, η εξαίρεση ήταν ο ΣΚΑΪ (ένα εικαστικά ενδιαφέρον ρεπορτάζ για το μουσείο του Ερζέ, του πατέρα του Τεν Τεν, στο Βέλγιο), ενώ συμπαθητικό ήταν και το ρεπορτάζ του Alpha για τους διάσημους Ελληνες ηθοποιούς που δάνεισαν τη φωνή τους για τη μεταγλώττιση μιας ταινίας κινουμένων σχεδίων του Ντίσνεϊ («ύστερα από 61 χρόνια στο θέατρο, πρώτη φορά πέρασα από οντισιόν», είπε ο Κώστας Βουτσάς). Ηταν η μοναδική στιγμή στις τόσες ώρες ενημέρωσης που μπορούσε να χαμογελάσει κανείς.

 

Πώς η μέτρηση τηλεθέασης διαφθείρει την ψυχαγωγία

  • Διαμορφώνει ένα μοντέλο τηλεόρασης που εμποδίζει την ποιότητα και τις διαφορές
  • Του Μπάμπη Παπαδημητρίου, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 24/5/2009
  • Αν η τηλεόραση ήταν ένα ράφι ενός σούπερ μάρκετ, η μέτρηση τηλεθέασης θα ήταν τα νούμερα που γυρνούν τρελά στην ταμειακή μηχανή. Αυτό κάνει η μέθοδος μέτρησης, την οποία κατ’ αποκλειστικότητα διενεργεί μια εταιρεία, η AGB Nielsen, για λογαριασμό όλων των παραγόντων της τηλεόρασης. Από τον θεατή και καταναλωτή, μέχρι τον μεσολαβούντα διαφημιστή και τον πωλητή διαφημιζόμενο. Ενα εργαλείο μπορεί να είναι καλό, να χρειάζεται εκσυγχρονισμό ή να μην το εμπιστεύεσαι. Ευθύνη δεν έχει το εργαλείο, αλλά ο κατασκευαστής του και ο χειριστής του. Δυστυχώς, στην περίπτωση της ελληνικής τηλεοπτικής και διαφημιστικής αγοράς, κανείς δεν φαίνεται έτοιμος να ελέγξει τα όσα συμβαίνουν με κριτήριο την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς τηλεοπτικών προϊόντων, την τεχνολογική βελτίωση του συγκεκριμένου μέσου ενημέρωσης και, κυρίως, την προσφορά του στην κοινωνία.

Οι επαγγελματίες του κλάδου γνωρίζουν πολύ καλά αυτά τα προβλήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν βρει τρόπο να τα αντιμετωπίσουν. Η πίεση από την καθημερινή διεκπεραίωση της δουλειάς, οι καλές σχέσεις μεταξύ επαγγελματικών ομάδων, άρα οικονομικών και, πολύ συχνά, πολιτικών δυνάμεων, με τις απαραίτητες ισορροπίες που απαιτούνται, οδηγούν τελικώς τους πάντες να «βολεύονται» και να μην συζητούν για την ποιότητα της μέτρησης τηλεθέασης. Κάποιοι μάλιστα μπορεί και να είναι ευχαριστημένοι επειδή το «εργαλείο» περιορίζει την εξειδίκευση, την πολυφωνία, τον νεωτερισμό και, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, τις αναπόφευκτες συγκρούσεις.

  • Λάθος δείγμα

Η ζημιά για την κοινωνία και το ακροατήριο βρίσκεται στο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ποιότητα του δημόσιου τηλεοπτικού προγράμματος. Έμπειροι αναλυτές εξηγούν πως το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται στη μέθοδο, την κακή εφαρμογή και τις ατέλειες της μοναδικής μέτρησης. Το αποτέλεσμα των μετρήσεων, «εξαρτάται πρακτικά μόνον από όσους καταναλώνουν πάρα πολλές ώρες τηλεόρασης». Πράγματι, στην Ελλάδα, ακόμη σήμερα, υπάρχουν πολλοί που «καταναλώνουν» εφτά ακόμη και οκτώ ώρες τηλεόραση την ημέρα. Αυτοί, χωρίς υποχρεωτικώς να το επιδιώκουν, ορίζουν τελικώς το τηλεοπτικό τοπίο, αφού σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις παραγωγής και δημιουργίας τηλεοπτικού προγράμματος καταλήγουν να αναπαράγουν τις τηλεοπτικές «συνήθειες» των χρηστών που εμφανίζουν βαρύτατη εξάρτηση από τη λειτουργία της τηλεοπτικής μηχανής.

Καμία δυσκολία δεν υπάρχει στους επαγγελματίες των εμπορικών συναλλαγών για να αντιληφθούν το περιεχόμενο του συγκεκριμένου κοινού. Μόνον το 60% του πληθυσμού που είναι σε ηλικία να εργαστεί και δεν έχει άλλο εμπόδιο, απασχολείται πραγματικά. Αν στους άεργους, προσθέσετε τους συνταξιούχους, τους ασθενείς και τους υπόλοιπους μη έχοντες επείγουσα απασχόληση, η τηλεόραση, ειδικότερα η ελληνική, διαθέτει ένα έξοχο κοινό, έτοιμο να δεχθεί ό,τι θέλουν οι κατασκευαστές τηλεοπτικού προγράμματος.

Ολοένα και περισσότεροι όμως, ιδιαίτερα στην πλευρά των μεγάλων εταιρειών, που ενδιαφέρονται για την τελική απόδοση της διαφημιστικής του δαπάνης, αντιλαμβάνονται πως η εικόνα που περιγράφει η χρησιμοποιούμενη μέτρηση τηλεθέασης δεν αντιπροσωπεύει την κοινωνία που μας περιβάλλει. Η κοινωνία μας, όπως όλες οι άλλες, στηρίζεται κυρίως στον μεγάλο αριθμό ανθρώπων με καθημερινό ήθος. Ανθρώπων που προσπαθούν για το καλύτερο, δουλεύουν σκληρά και επιδιώκουν συστηματικά να βελτιώσουν τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μακρινοί χρήστες του προσφερόμενου προγράμματος. Βλέπουν λίγες ώρες και είναι προσεκτικοί στις επιλογές τους.

  • Χωρίς ποιοτικές μετρήσεις

Ομως, όλα δείχνουν ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν περιλαμβάνονται σε εκείνους που πατούν τα κουμπιά στα «μηχανάκια» των συσκευών μέσω των οποίων η εταιρεία μέτρησης παρακολουθεί και υπολογίζει την ανά λεπτό τηλεθέαση. Ο κανόνας διαμορφώνεται από τους άλλους, τους συστηματικούς τηλεθεατές που εξουσιάσουν τα μηχανάκια της AGB, προς μεγάλη ικανοποίηση των μηχανικών της εταιρείας, οι οποίοι δεν αντιμετωπίζουν δυσκολίες συγκέντρωσης, επεξεργασίας και ερμηνείας των ποσοτικών στοιχείων που συγκεντρώνει η έρευνα. Θα χρειαζόταν προφανώς μια τακτική ποιοτική μέτρηση η οποία θα παρείχε «ασφαλώς βελτιωμένες ενδείξεις για την αξία των τηλεοπτικών προγραμμάτων», σημειώνει ο Μ. Χαιρετάκης στην έρευνά του «Τηλεθέαση» (εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2007) για να παρατηρήσει όμως χαρακτηριστικά ότι οι ποιοτικές μετρήσεις «δεν λειτουργούν ως κοινό νόμισμα στις καθημερινές εμπορικές δοσοληψίες της διαφημιστικής βιομηχανίας» (σελ. 36).

Ο προβληματισμός εξαπλώνεται γρήγορα στις συζητήσεις των στελεχών, τα οποία έχουν την υποχρέωση να διαχειριστούν αποτελεσματικά μειωμένες δαπάνες μάρκετινγκ και διαφήμισης, αφορά την εμπιστοσύνη που μπορούν να έχουν σε μια «χαζή και διεφθαρμένη τηλεόραση». Η συνεχής επανάληψη του ίδιου προτύπου με ομάδες περιφερόμενων κωμικών, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πρωτότυπη και ουσιαστική ψυχαγωγία, όπως επιβεβαιώνουν οι πραγματικές επιτυχίες. Οι επιτυχίες ξεχωρίζουν ακόμη επειδή ακριβώς διασπούν τη μονοτονία των προγραμμάτων που κατασκευάζονται απλώς για να απορροφάται η διαφημιστική δαπάνη χωρίς καμία προσπάθεια κρίσης. Αρκεί η τροφοδοσία των λογισμικών με το ύψος της δαπάνης που επιθυμεί να δαπανήσει μια εταιρεία για να διακανονιστεί η θεαματικότητα, χωρίς τη βάσανο των ποιοτικών κριτηρίων, αφού ο τρόπος μέτρησης έχει καθιερώσει ένα ενιαίο μοντέλο εκπομπών συνεχούς και μονοδιάστατης επικοινωνίας. Σίγουρα και εύκολα χρήματα για όλους, πλην ίσως του καθήκοντος πολιτισμού που θα έπρεπε να συνυπηρετεί η εταιρική διαφημιστική δαπάνη.

Το 2003 σε ένα συμπόσιο που έγινε στο London School of Economics για την παρουσίαση ερευνών για θέματα της σύγχρονης Ελλάδας έδωσαν την ευκαιρία για τη διατύπωση ενός, τουλάχιστον, ενδιαφέροντος συμπεράσματος («Evolution of Greek Television Drama», από την Angeliki Koukoutsaki-Monnier)»: Οι ομοιότητες μεταξύ της τηλεόρασης της δικτατορίας του ’70 και της ιδιωτικής τηλεόρασης της δεκαετίας του ’90 είναι εκπληκτικά εμφανείς, τόσο σε ποσότητα όσο και στην ποικιλία των προγραμμάτων. Οι δραματοποιημένες λαϊκές σειρές καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του ελαφρού προγράμματος και υπηρετούν τον εξαιρετικά βραχυπρόθεσμο προγραμματισμό. Υπάρχει ωστόσο μια διαφορά. Ενώ η τηλεόραση της δικτατορίας κατασκεύαζε ένα μοντέλο ψυχαγωγίας για να υπηρετήσει τις ιδεολογικές ανάγκες του καθεστώτος, στην εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης από το ψυχαγωγικό μοντέλο προκύπτει μια σαφής τηλεοπτική ιδεολογία». Δεν είναι άδικο, ούτε δύσκολο, να συμπεράνει κανείς ότι η κυρίαρχη «ψυχαγωγική» ιδεολογία της τηλεόρασης που κατασκευάζει η έρευνα μέτρησης φέρει ακόμη τα σημάδια της περιόδου κατά την οποία η τηλεόραση έκανε τα πρώτα βήματά της στην Ελλάδα.

 

Η τηλεοπτική απορρύθμιση και οι «ανθρωπομετρητές»

  • Του Στέλιου Παπαθανασόπουλου*, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 24/5/2009
  • Η τηλεόραση, όπως και τα άλλα μέσα επικοινωνίας, αντιμετωπίζει ένα θεμελιώδες πρόβλημα: σε αντίθεση με τους άλλους κοινωνικούς θεσμούς, όπως το σχολείο, δεν μπορεί να θεωρήσει το κοινό της δεδομένο. Στην ουσία δεν έχει τα μέσα να εξαναγκάσει τους ανθρώπους να γίνουν μέλη του κοινού της, αφού το να δει κανείς τηλεόραση δεν είναι αναγκαστικό, αλλά κυρίως μια προαιρετική δραστηριότητα. Από την άλλη πλευρά, το κοινό αποτελεί εξ ορισμού αναγκαία συνθήκη για τη βιωσιμότητα της τηλεόρασης, κι αν θέλετε για τη νομιμοποίησή της. Αν κι ο βασικός στόχος της τηλεοπτικής βιομηχανίας είναι πώς να συγκεντρώσει το κοινό, το εν λόγω κοινό ή οι κατηγορίες που το αποτελούν δεν μπορούν πάντοτε να προσδιοριστούν.

Στην ιστορία της τηλεόρασης έχουν αναπτυχθεί διάφορες μέθοδοι καταγραφής της τηλεοπτικής συμπεριφοράς, ανάμεσα σε αυτούς οι γνωστοί «ανθρωπομετρητές» (peoplemeters), η διάδοσή τους συνδέεται άμεσα με την απορρύθμιση των τηλεοπτικών συστημάτων.

Οι μετρήσεις τηλεθέασης στην πράξη αποσκοπούν να μειώσουν την αβεβαιότητα των διαφημιστών και διαφημιζομένων για το ποιος και τι παρακολουθεί μια συγκεκριμένη ώρα, ένα συγκεκριμένο τηλεοπτικό πρόγραμμα. Συνεπώς, η λειτουργία τους δεν είναι απλώς μηχανιστική, αλλά και ουσιαστική: δηλαδή βοηθούν να δημιουργηθεί μια σχέση ανάμεσα στη βιομηχανία και στο κοινό, μια σχέση όμως, η οποία δεν είναι «πραγματική», αλλά συμβολική. Μέσω των μετρήσεων το τηλεοπτικό κοινό εκλαμβάνεται ως μια ενοποιημένη ολότητα, που μπορούμε να αναγνωρίσουμε από το μέγεθος, το προφίλ και τη δημογραφική του σύνθεση. Ενα αντικείμενο ή μέγεθος που η βιομηχανία μπορεί να ορίσει τη σχέση της σε τμήματα ή χρησιμοποιώντας το ως ένα στόχο, ένα εμπόρευμα που μπορεί να πουληθεί και να αγοραστεί.

Ετσι, δεν είναι όμως λίγοι αυτοί που έχουν ασκήσει κριτική για τους ανθρωπομετρητές, όχι τόσο για την τεχνική τους αξιοπιστία, όσο για τον κοινωνικό τους ρόλο, εργαλεία των διαφημιστικών εταιρειών για να εξασφαλίσουν ότι θα αγοράσουν το καλύτερο δυνατόν κοινό προς όφελος των διαφημιζόμενων πελατών τους. Η αγοραπωλησία του χρόνου τηλεθέασης του κοινού δεν βασίζεται βέβαια πάνω στην άμεση και παρατηρήσιμη συμπεριφορά ολόκληρου του πληθυσμού που παρακολουθεί, αλλά στη μετρήσιμη συμπεριφορά ενός μικρού δείγματος που «αντιπροσωπεύει» ολόκληρο το κοινό. Γι’ αυτό και στις τηλεμετρήσεις κυριαρχεί συνήθως μια εταιρεία, η οποία και στην πράξη καθορίζει τις σχέσεις ανάμεσα σε κανάλια και διαφημιστές.

Στην ουσία πρόκειται για μια κοινωνική κατασκευή και εφεύρεση των φορέων της τηλεοπτικής βιομηχανίας (κανάλια, διαφημιστές και διαφημιζόμενοι) για να διαπραγματευτούν την κοστολόγηση των προγραμμάτων, σύμφωνα με τις κατηγορίες και τον όγκο του κοινού που συγκεντρώνουν.

Ετσι σταδιακά οδηγούμεθα σε μια κοινωνία στην οποία, όπως έχει επισημάνει ο Νιλ Πόστμαν, μας ορίζουν οι «αόρατες τεχνολογίες», οι οποίες από τη μια πλευρά εστιάζονται στην αύξηση των «αριθμών» και από την άλλη στη δημιουργία τεράστιων ποσοτήτων εντελώς άχρηστων πληροφοριών, που οδηγούν με πολιτιστικούς όρους σε «πληροφορική ασημαντότητα». Με άλλα λόγια, οι μετρήσεις τηλεθέασης μας οδηγούν σ’ έναν πολιτισμό που προσδιορίζεται από τη λογική της αριθμολαγνείας. Ετσι, η ποιότητα υποτάσσεται στην ποσότητα και αυτό που θεωρείται επιτυχές είναι αυτό που τιμάται από την αγορά των αριθμών.

Με άλλα λόγια, από τους τηλεθεατές έχουν αφαιρεθεί οι προβληματισμοί τους και η δράση τους και εξαλείφονται οι ιδιομορφίες τους. Στην πράξη, οι τηλεθεατές εντάσσονται σ’ έναν τηλεοπτικό χάρτη συμπεριφοράς, όπου ο κάθε τηλεθεατής κατανοείται ανάλογα με τις ομοιότητες που έχει μ’ ένα τυπικό μέλος του κοινού του οποίου η συμπεριφορά μπορεί να κατηγοριοποιηθεί αντικειμενικά και χωρίς αμφισβητήσεις. Κοντολογίς, προσχεδιάζοντας το σταθερό πάνω από το ασταθές, το πιθανό πάνω από το απίθανο, και το συνεπές πάνω από το ασυνεπές, με τη λογική των μετρήσεων οι τηλεθεατές «μετατρέπονται» έστω συμβολικά σε προκαθορισμένους τηλεθεατές, που εκθέτουν αξιόπιστες τηλεοπτικές συνήθειες και παράγουν καθημερινά σχήματα τηλεοπτικής συμπεριφοράς.

Ομως αυτού του είδους οι μετρήσεις σταδιακά θα καταστούν ανεπαρκείς, επειδή σε ένα «πολυδιαυλικό», «πολυμεσικό» και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον είναι αδύνατον να προσφέρουν απαντήσεις οι αναδυόμενες ανάγκες των τηλεθεατών. Το ζητούμενο στην ψηφιακή τηλεόραση δεν θα είναι τόσο το μέγεθος του κοινού, όσο η ποιότητα της συμμετοχής, η αξιολόγηση του προσφερόμενου περιεχόμενου και ο βαθμός προτίμησης. Κι αυτές οι διαστάσεις της τηλεθέασης δεν μπορούν καλώς ή κακώς να καταγραφούν με τις υπάρχουσες μεθόδους.

* Ο κ. Στέλιος Παπαθανασόπουλος είναι καθηγητής, πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 
Σχολιάστε

Posted by στο 24 Μαΐου, 2009 σε Τηλεόραση, Τηλεθέαση

 

Τηλε-όαση στην άγονη γραμμή

  • Στον χειμώνα της απομόνωσης η τηλεοπτική οθόνη είναι το ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο που προσφέρει στο σπίτι ή στο καφενείο ενημέρωση, ψυχαγωγία, αφορμή για κουβέντα

Το τζάκι της νέας εποχής, η σύγχρονη «σόμπα» όπου γύρω της συγκεντρώνεται το βράδυ η φαμίλια, ή απλώς μία και μοναδική διέξοδος για τη ζωή στην άγονη γραμμή. Στην Ηρακλειά και στη Δονούσα, στην Αμοργό και στη Νίσυρο, στην Τήλο όπου βρέθηκε «Το Βήμα», η τηλεόραση σε δεσπόζουσα θέση στο κέντρο και ανεβασμένη ψηλά στον χώρο κράτησε συντροφιά και τούτο τον χειμώνα στους ντόπιους.

«Σπίτι για να μείνεις,γυναίκα για να αγαπάς και Νova για να διασκεδάζεις» συμβουλεύουν στη Νίσυρο τον επίδοξο νέο κάτοικο του νησιού που τους αποκαλύπτει το όνειρο της ζωής του, να φύγει από την πόλη και να μείνει μόνιμα κάπου στο Αιγαίο. Η είδηση κάθε απόδρασης του Παλαιοκώστα κάνει τον γύρο του νησιού μέσω των τηλεοπτικών καναλιών, τα συχνά επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας επίσης, όπως και οι πολιτικές αντεγκλήσεις σε Βουλή και «παράθυρα». Και το γυαλί της μικρής οθόνης, plasma ή παλαιάς τεχνολογίας, γίνεται αφορμή για συζητήσεις, αναλύσεις ακόμη και διενέξεις μέσα στο καφενείο κάθε χωριού.

Το κουτί με τα χίλια πρόσωπα
Για τους «πρωτευουσιάνους» επισκέπτες κάθε μέρος της περιφέρειας και πολύ περισσότερο των μικρών νησιών του Αιγαίου, η «τηλεμανία» των ντόπιων μοιάζει παράξενη. Αρκούν όμως μερικές ημέρες παραμονής στον τόπο τους για να κατανοήσει ο οιοσδήποτε την ανάγκη που ικανοποιεί(;) αυτό το μικρό κουτί με τα χίλια πρόσωπα.

Ενημέρωση, ψυχαγωγία, αφορμή για κουβέντα, αλλά και παράθυρο στον κόσμο και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στον χειμώνα της απομόνωσης στην άγονη γραμμή, το σπίτι ή το καφενείο, συνήθως ένα ανοιχτό σε κάθε μικρό νησί, είναι καταφύγιο ή τόπος συνάντησης του χωριού. Και στο κέντρο του σαλονιού ή της αίθουσας, μικρής ή μεγάλης, με ράφια που φιλοξενούν είδη παντοπωλείου και μαναβικής ως κινηματογραφικό ντεκόρ, πάνω από το τραπέζι της «δηλωτής» και του ταβλιού, η έγχρωμη τηλεόραση μοιάζει πραγματικά με σημείο σύνδεσης με την υπόλοιπη ενδοχώρα.

«Τι ώρα είναι η παράσταση;»ρωτάει στη Δονούσα η παπαδιά για το έργο που ανεβάζει το βράδυ στο τοπικό γυμνάσιο η θεατρική ομάδα της «Σχεδίας». Οταν μαθαίνει ότι το έργο ξεκινά στις οκτώ και μισή, σουφρώνει τα χείλη και αποκρίνεται προβληματισμένη:

«Και πόσο διαρκεί; Γιατί απόψε έχει τον “Λάκη τον γλυκούλη” στο Μega και δεν τον χάνουμε οικογενειακώς».

Η ρουτίνα της καθημερινότητας περιλαμβάνει ώρες ατέλειωτης τηλεθέασης, συνήθως μη συμπεριλαμβανόμενης στις μετρήσεις, και το περίφημο 14- 44 κοινό που ενδιαφέρει διαφημιστές και κανάλια σίγουρα δεν κατοικεί σε κάποιο μικρό νησί του Αιγαίου.

Η τηλεοπτική καμπάνα των οκτώ
Η ώρα των δελτίων ειδήσεων θυμίζει καθημερινή… λειτουργία. Ουδείς λείπει μόλις χτυπήσει η τηλεοπτική καμπάνα των οκτώ και στην οθόνη εμφανιστεί η επικαιρότητα της ημέρας και ο σχολιασμός της. Και σε κάθε ατάκα των προσώπων στα παράθυρα, το κοινό αντιδρά αναλόγως.

«Οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου ξέρουν καλά ποιος είμαι και τη διαδρομή μου» λέει σε ένα on έξω από τη Βουλή ο κ.

Αρ. Παυλίδης και στο καφενείο της Νισύρου, στην πλατεία Ηλικιωμένης του Μανδρακίου, κάμποσα κεφάλια κουνιούνται με νόημα.

Η τηλεόραση είναι για την Άγονη ό,τι και το πλοίο της γραμμής που στα αμπάρια του κουβαλάει τη ζωή του νησιού. Ο κάθε «Σκοπελίτης» στις Μικρές Κυκλάδες φέρνει προμήθειες και φάρμακα για τις επόμενες ημέρες, το κάθε κανάλι φέρνει ενημέρωση και τροφή για σχολιασμό και σκέψη.

Εφημερίδες, άλλωστε, συχνά δεν συμπεριλαμβάνονται στο εμπόρευμα του τοπικού καραβιού. Και όταν συμπεριλαμβάνονται είναι τραγικά παλαιές, ήδη μπαγιάτικες σε σχέση με τον ρόλο τους: χθεσινά νέα που ήδη έχουν γίνει παρελθόν. Οσο για Ιnternet και ενημερωτικά blogs; Ούτε η ψηφιακή εποχή, μήτε η κοινωνία της πληροφορίας αφορά και επηρεάζει τις τοπικές κοινωνίες, με τις γρήγορες συνδέσεις Διαδικτύου να παραμένουν όνειρο… χειμερινής νυκτός και απλά τηλεοπτικά διαφημιστικά σποτ για τα μικρότερα και πιο απομακρυσμένα νησιά.

Μοναδική πηγή ενημέρωσης, με τα καλά και τα άσχημά της, το λεγόμενο «χαζοκούτι», ίσως όμως με παρέμβαση λιγότερη από όση στο αστικό κοινό, διότι η πονηράδα δεν λείπει παρά τις ελλείψεις σε αγαθά. Και πάντοτε με τη συντροφιά του αποκωδικοποιητή, διότι το σήμα δίχως δορυφορική κεραία θυμίζει ΥΕΝΕΔ μεταξύ χιονιού και «μας συγχωρείτε, διακοπή».

Τα ελεύθερα ιδιωτικά κανάλια που φιλοξενούνται στο «μπουκέτο» του συνδρομητικού καναλιού δείχνουν «καμπάνα» μόνο μέσω της δορυφορικής κεραίας- όσο για την κρατική τηλεόραση και ραδιοφωνία, ας το αφήσουμε καλύτερα: στο μισό Αιγαίο, αν όχι όλο, καλύτερα παρακολουθείς τις δηλώσεις Ερντογάν στα κρατικά και ιδιωτικά τουρκικά κανάλια, παρά την ομιλία του έλληνα Πρωθυπουργού στο Κοινοβούλιο, ενώ στην μπάντα των FΜ τα ανατολίτικα τσιφτετέλια παραμερίζουν κάθε ελληνικό στίχο- και μόνο τοπικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, συνήθως σε ερασιτεχνική βάση, σώζουν την κατάσταση.

Αν για τους κατοίκους μιας μεγάλης πόλης, οι επιλογές και η δυνατότητα του off στο τηλεκοντρόλ της μικρής οθόνης είναι κάτι σαν δεδομένη κατάκτηση, για όσους επιθυμούν να κάνουν χρήση της στην επαρχία και ιδίως στα απομονωμένα νησιά του Αιγαίου, το off δεν είναι επιλογή ποιότητας και κριτικής αλλά αποκλεισμός. Οριστικός. Ολα γύρω από την τηλεόραση γυρίζουν. Ποιος άλλωστε του χώρου δεν έχει συναντήσει την… αυτονόητη ερώτηση-κλισέ στην επαρχία όταν δηλώνει δημοσιογράφος:

«Και σε ποιο κανάλι δουλεύεις;»

  • Η γλώσσα και οι μυημένοι

ΔΕΝ ΛΕΙΠΕΙ από τους ντόπιους και η γλώσσα που θυμίζει τηλεοπτικό δελτίο:

«Πύρινη λαίλαπα στην Αυστραλία» αναφωνεί ο καφετζής ψήνοντας τον πολλά βαρύ και όχι ελληνικό καφέ.

«Τα έμαθες τα νέα; Κόλαση φωτιάς στο κέντρο της Αθήνας»αλλά και«αφήστε με να ολοκληρώσω»στις κουβέντες του καφενείου. Κάποιοι, βέβαια, δηλώνουν περισσότερο μυημένοι σε τηλεοπτικά κόλπα και ανάγκες. Ο καπετάνιος του «Σκοπελίτη» πολλάκις κλήθηκε να σχολιάσει το καθεστώς στις άγονες γραμμές του Αιγαίου. Και πλέον έμαθε:

«Ρωτάω πάντα τον ρεπόρτερ με την κάμερα που μου ζητά δηλώσεις: πόση ώρα θα βάλεις από τα λόγια μου; Είκοσι δευτερόλεπτα; Τόσο θα μιλήσω, για να μη μου κόψουν τίποτε».

  • Δ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ | ΤΟ ΒΗΜΑ,  Σάββατο 18 Απριλίου 2009
 
 

Διαφημίσεις κι αλλάζουν κανάλι!

Οι τηλεθεατές δεν έλκονται απ’ τις διαφημίσεις. Ακόμη κι αν η εκπομπή, η σειρά, η ταινία τέλος πάντων, ανήκουν στις αγαπημένες μας προτιμήσεις, πάλι η πλειονότητα πατάει το κουμπί στο τηλεκοντρόλ. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι διαφημίσεις της TV δεν έχουν τη δύναμη να παρασύρουν το κοινό, ιδίως με το σενάριό τους και τη μουσική τους επένδυση. Οι πολιτικές διαφημίσεις, πάντως, μάλλον αδιάφορους αφήνουν τους τηλεθεατές, όπως και οι διαφημίσεις με ερωτικό περιεχόμενο.Τα ανωτέρω είναι μερικά μόνο από τα συμπεράσματα έρευνας πάνω στην τηλεοπτική διαφήμιση. Τη διενήργησαν τον περασμένο Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο φοιτητές του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, για το μάθημα Οργάνωση και Ροή Τηλεοπτικού και Ραδιοφωνικού Προγράμματος, που διδάσκει ο Ευάγγελος Σόρογκας. Τα ονόματά τους: Θ. Αγγελής, Στέφανι Δάρμπαση, Κ. Καλογήρου, Ειρήνη Κοτσώνα, Μ. Παπαοικονόμου, Κ. Ραπτόπουλος, Χριστίνα Χατζηιωάννου και Χ. Κόσιαρης.

Να δούμε, όμως, τα στοιχεία.

1 Η συντριπτική πλειοψηφία, επτά στους δέκα ερωτηθέντες (71%) απάντησε ότι αλλάζει κανάλι την ώρα που παίζουν διαφημίσεις. Πολύ λιγότεροι είναι όσοι και όσες αφήνουν την τηλεόραση ως έχει (17%) και ακόμη πιο λίγοι εκείνοι και εκείνες που απλώς χαμηλώνουν τον ήχο

  • «Οχι, ευχαριστώ»

Και τι συμβαίνει στην περίπτωση που στην οθόνη εμφανίζεται ένα «αγαπημένο» πρόγραμμα; Μένει κανείς συντονισμένος για να μην κοπούν απότομα οι διαφημίσεις και χάσει τη συνέχεια ή επιδεικνύει αποφασιστικότητα και αλλάζει κανάλι;

2 Η απάντηση είναι και εδώ απόλυτη: Εξι στους δέκα (61%) αρνούνται να παραμείνουν στο ίδιο κανάλι! Διαμαρτύρονται μάλιστα αρκετοί (σε ποσοστό 57%) ότι η πληθώρα διαφημίσεων τους κάνει να χάσουν τη ροή του έργου.

3 Επομένως, είναι μάλλον αναμενόμενη η απάντηση στην ερώτηση «Θεωρείτε την παύση για διαφημίσεις ως ένα ευχάριστο διάλειμμα ή προτιμάτε τα προγράμματα χωρίς παρεμβολή;»: Βλέπουμε ότι επτά στους δέκα (72%) θέλουν non-stop πρόγραμμα και αφήνουν τα διαλείμματα για τη μειοψηφία.

4 Παρά το γενικό μένος πάντως, δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν το τηλεοπτικό διαφημιστικό μήνυμα είτε ως πηγή πληροφόρησης (30%) είτε ως καλλιτεχνικό προϊόν (27%).

5 Τι τους ελκύει περισσότερο; Πρώτον, το σενάριο και η πλοκή (32%), δεύτερον, τα κάθε είδους σλόγκαν (23%), τρίτον, η μουσική (20%), τέταρτον, τα πρόσωπα (12%) και πέμπτον, οι πληροφορίες που περιέχονται (7%).

6 Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη των ερωτηθέντων για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις στα δελτία ειδήσεων: Σχεδόν οι μισοί (46%) πιστεύουν ότι σαφώς αφαιρούν κάτι από την αντικειμενικότητα των ειδήσεων και πολλοί λένε ότι ενδέχεται να συμβαίνει κάτι τέτοιο (34%).

  • Γκρίζες κι αδιάφορες

Οι συγκαλυμμένες διαφημίσεις από την άλλη αφήνουν αδιάφορους έξι στους δέκα (59%) και ενισχύουν την περιέργεια πολύ ολίγων (22%).

7 Η αδιαφορία κυριαρχεί (48%) και στον τομέα των διαφημίσεων με σεξουαλικό περιεχόμενο, με ποσοστό 24% να ενοχλείται και μόνο το 21% να είναι υπέρ!

8 Οσο για τα προγράμματα που μοιάζουν με ατελείωτα διαφημιστικά μηνύματα και έχουν ως αποκλειστικό στόχο την προώθηση προϊόντων (βλέπε, σύμφωνα με τους φοιτητές, τις εκπομπές Λιακόπουλου και Μοιραράκη), επτά στους δέκα (71%) τις κρίνουν αρνητικά.

9 Σημαντικό: Περισσότεροι από επτά στους δέκα (74%) απαντούν ότι καθόλου δεν επηρεάζεται η κρίση τους από τις πολιτικές διαφημίσεις.

Στο «λίγο» στέκεται το 22% και στο «πολύ» μόλις το 4%.

10 Η συμμετοχή των παιδιών σε διαφημίσεις κρίνεται από την πλειοψηφία (57%) ως «θεμιτή υπό προϋποθέσεις». Αρκετοί τη θεωρούν «χαριτωμένη» (20%) και κάποιοι «ανήθικη» (7%) πρωτοβουλία.

11 Να δούμε, τέλος, την περίπτωση που κάποιος τηλεθεατής έχει αγοράσει ένα προϊόν και το βλέπει να διαφημίζεται. Οι μισοί μένουν αδιάφοροι (49%), σημαντικός αριθμός προσέχει καλύτερα τη διαφήμιση (29%) και ορισμένοι (22%) νιώθουν ικανοποίηση για την επιλογή τους.

  • Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΞΑΝΘΑΚΗ, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 15/03/2009